δυσπλασία

δυσπλασία
Ανώμαλη ανάπτυξη κυττάρων, τα χαρακτηριστικά των οποίων έχουν πολλά κοινά με τα καρκινικά (και γι’ αυτό θεωρούνται προκαρκινικά). Ωστόσο, σε αντίθεση με τα καρκινικά, τα κύτταρα αυτά μπορεί να υποστρέψουν στο φυσιολογικό, όταν η βλάβη είναι ελαφρά ή μέτρια. Η σοβαρή δ. θεωρείται πρώιμο καρκίνωμα (in situ, δηλαδή μη διηθητικό και χωρίς μεταστάσεις). συγγενής δ. Εκτροπή από το φυσιολογικό σχέδιο ενός ιστού ή οργάνου ή ολόκληρου του οργανισμού, η οποία οφείλεται σε αίτια που δρουν κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης. Οι συγγενείς δ., οι οποίες αποκαλούνται και τερατομορφίες, μπορεί να οφείλονται σε κληρονομικά αίτια ή να προέρχονται από τυχαίους ή πειραματικούς παράγοντες, που προκαλούν είτε αναχαίτιση είτε υπερβολή είτε, τέλος, εκτροπή της ανάπτυξης των καταβολών των διαφόρων οργάνων. Οι συγγενείς δ. μελετήθηκαν από την αρχαιότητα, αλλά οι σύγχρονες επιστημονικές βάσεις έρευνας οφείλονται κυρίως στον Ζοφρουά Σεν Ιλέρ. Αυτός παρατήρησε πρώτος ότι οι δ. οφείλονται σε φαινόμενα αναχαίτισης ή αναστολής της ανάπτυξης του εμβρύου. Πάνω σε αυτή τη βάση, με τη χρησιμοποίηση διαφόρων φυσικών ή χημικών παραγόντων, προκλήθηκαν δ. σε νεοσσούς όρνιθας και συχνά παρατηρήθηκαν οι ίδιες δ. με τη χρησιμοποίηση διαφορετικών παραγόντων. Τέτοιες δ., καθώς και άλλες, παρατηρήθηκαν όταν το αβγό της όρνιθας, στα πιο πρώιμα στάδια της ανάπτυξής του, υποβλήθηκε σε ακτινοβόληση με ακτίνες X. Στην παθολογία του ανθρώπου τα αίτια των συγγενών δ. μπορούν να διακριθούν σε δύο μεγάλες ομάδες: τα εσωτερικά και τα εξωτερικά. Μεταξύ των εσωτερικών αιτίων αναφέρονται τα κληρονομικά, που μεταδίδονται στους απογόνους σύμφωνα με τους νόμους του Μέντελ. Η βλάβη από την οποία εξαρτάται η δ. αφορά ένα ή περισσότερα γονίδια, ακριβώς όπως οι φυσιολογικοί χαρακτήρες. Από τις πιο κοινές δ. αναφέρεται η πολυδακτυλία (εμφάνιση μεγαλύτερου αριθμού δαχτύλων από το φυσιολογικό), η συνδακτυλία (ορισμένα δάχτυλα είναι ενωμένα μεταξύ τους), ο συγγενής καταρράκτης, η μικροκεφαλία κ.ά. Μεταξύ των εξωτερικών αιτίων αναφέρονται εκείνα που οφείλονται σε διαφορετικούς παράγοντες, όπως, για παράδειγμα, όταν η διατροφή της εγκύου είναι ανεπαρκής σε ορισμένα θρεπτικά στοιχεία που o μητρικός οργανισμός δεν μπορεί να συνθέσει (π.χ. βιταμίνη Α, η έλλειψη της οποίας οδηγεί σε συγγενή τύφλωση). Οι χημικοί παράγοντες που χρησιμοποιούνται πειραματικά μπορεί, επίσης, να αποτελέσουν αίτια δ. Σχετικά αναφέρονται οι δ. που προκάλεσε η χορήγηση του φαρμάκου θαλιδομίδη στις εγκύους στη δεκαετία του 1960. Ως αίτια συγγενών δ. αναφέρονται και ενδοκρινείς παράγοντες (π.χ. εκείνα που οφείλονται σε λήψη ινσουλίνης από διαβητικές μητέρες), όπως επίσης οι ακτινοβολίες και οι λοιμώξεις (η ερυθρά κατά την κύηση μπορεί να προκαλέσει δ. στην καρδιά και στα μάτια). Η συχνότητα των δ. είναι σχετικά υψηλή· πράγματι, οι στατιστικές έρευνες αναφέρουν αριθμούς μεταξύ 0,45 και 1,30 ανά εκατό γεννήσεις. Οι δυνατότητες θεραπευτικής αντιμετώπισης των συγγενών δ. είναι αρκετά περιορισμένες και συνήθως συνίστανται σε χειρουργικές επεμβάσεις, που επιχειρούνται ακόμα και στη διάρκεια της κύησης. δ. τραχήλου μήτρας. Δ. που αφορά το επιθήλιο (επιφανειακή στιβάδα) του τοιχώματος του τραχήλου της μήτρας και ανιχνεύεται με το τεστ ΠΑΠ. Ο όρος έχει αντικατασταθεί από τον όρο τραχηλική ενδοεπηθηλιακή νεοπλασία (CIN) και διακρίνεται, ανάλογα με το πάχος του προσβεβλημένου επιθηλίου, σε ελαφρά (CIN I), μέτρια (CIN II) και σοβαρή (CIN III – καρκίνωμα in situ, δηλαδή μη διηθητικό και χωρίς μεταστάσεις). Για την παθογένεια έχουν ενοχοποιηθεί τύποι του ιού των κονδυλωμάτων (HPV).
* * *
και δυσπλαστία, η
ανωμαλία στην ανάπτυξη τών ιστών ή τών οργάνων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Carcinoma in situ — (CIS) is an early form of carcinoma defined by the absence of invasion of surrounding tissues. In other words, the neoplastic cells proliferate in their normal habitat, hence the name in situ (Latin for in its place ). For example, carcinoma in… …   Wikipedia

  • Dysplasie — (aus altgriech. δυσ (dys) miss , un und πλάσσειν (plassein) formen, bilden , neugriechisch: δυσπλασία) bezeichnet in der Humanmedizin und Veterinärmedizin eine Fehlbildung. Bei der Betrachtung des feingeweblichen Aufbaus eines Organs versteht man …   Deutsch Wikipedia

  • ακεφαλία — Εμβρυϊκή δυσπλασία που παρατηρείται σε δίδυμη ή πολύδυμη κύηση και χαρακτηρίζεται από μερική ή ολική έλλειψη κεφαλιών. Στα έμβρυα του είδους, όταν δεν αποβληθούν, είναι αναγκαία η χειρουργική επέμβαση. * * * Ιατρ. τερατογονία που συνίσταται σε… …   Dictionary of Greek

  • ακεφαλιά — Εμβρυϊκή δυσπλασία που παρατηρείται σε δίδυμη ή πολύδυμη κύηση και χαρακτηρίζεται από μερική ή ολική έλλειψη κεφαλιών. Στα έμβρυα του είδους, όταν δεν αποβληθούν, είναι αναγκαία η χειρουργική επέμβαση. * * * η [ακέφαλος] 1. επιπολαιότητα, ανοησία …   Dictionary of Greek

  • μικροδακτυλία — η ιατρ. συγγενής ανατομική δυσπλασία που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη αφύσικα μικρών δακτύλων σε ένα ή περισσότερα από τα άκρα και οφείλεται σε διακοπή τής ανάπτυξὴς τους κατά την ενδομήτρια ζωή ή σε συγγενή έλλειψη μερικών φαλάγγων τών δακτύλων …   Dictionary of Greek

  • μικροδοντία — η ιατρ. συγγενής δυσπλασία που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη δοντιών αφύσικα μικρού μεγέθους. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. microdont < micro (βλ. μικρ[ο] *) + dont (< ὀδούς)] …   Dictionary of Greek

  • μικροκαρδία — η ιατρ. συγγενής δυσπλασία κατά την οποία η καρδιά έχει μέγεθος μικρότερο από το φυσιολογικό. [ΕΤΥΜΟΛ. < μικρ(ο) * + καρδία. Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • μικρομαστία — η ιατρ. δυσπλασία τών μαστών, κατά την οποία ο ένας ή και οι δύο μαστοί έχουν αφύσικα μικρό μέγεθος σε σχέση με τις διαστάσεις τού σώματος …   Dictionary of Greek

  • μικρορρινία — η ιατρ. συγγενής δυσπλασία κατά την οποία η μύτη έχει υπερβολικά μικρό μέγεθος …   Dictionary of Greek

  • μικροστομία — η ανατ. δυσπλασία που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη στόματος αφύσικα μικρού μεγέθους …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”